γράπωμα

γράπωμα
τό
1) захватывание, заграбастывание; 2) острая, внезапная боль

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "γράπωμα" в других словарях:

  • γράπωμα — το η ξαφνική και βίαιη σύλληψη, το άρπαγμα: Μέσα στο σκοτάδι ένιωσα ένα γράπωμα στο πόδι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γράπωμα — το [γραπώνω] άρπαγμα, απότομη σύλληψη …   Dictionary of Greek

  • αδραξιά — και δραξιά, η [αδράχνω] 1. βίαιο πιάσιμο, άρπαγμα, γράπωμα 2. η ποσότητα που μπορεί να χωρέσει στη χούφτα, η χουφτιά …   Dictionary of Greek

  • γραπωσιά — η [γραπώνω] το γράπωμα …   Dictionary of Greek

  • δράξιμο — το (Μ δράξιμον) γράπωμα, αρπαγή …   Dictionary of Greek

  • γάντζωμα — το 1. το κρέμασμα από γάντζο. 2. μτφ., το άρπαγμα, το γράπωμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τσάκωμα — το, ατος 1. σύλληψη, πιάσιμο, γράπωμα: Το τσάκωμα του κλέφτη έγινε απ τους διαβάτες. 2. μτφ., φιλονικία, καβγάς, μάλωμα: Όλο τσακώματα είναι μεταξύ τους …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»